Την άνοιξη του 2016, οι αυτόχθονες πληθυσμοί του Standing Rock της Βόρειας Ντακότα (ΗΠΑ) απηύθυναν ένα διεθνές κάλεσμα υπεράσπισης των υδάτων της προγονικής τους γης και των οικοσυστημάτων της, τα οποία απειλούνταν από την κατασκευή ενός αγωγού πετρελαίου. Ο αγώνας τους –που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα– συγκέντρωσε τότε χιλιάδες αλληλέγγυων ατόμων και αυτόχθονων φυλών στην περιοχή, καθώς και συσπείρωσε εκατομμύρια υποστηρικτές ανά τον κόσμο μέσω της οργανωμένης ψηφιακής καμπάνιας.
Στην ταινία Dislocation Blues, ο Sky Hopinka συνθέτει ένα «ατελές» πορτρέτο του Standing Rock το οποίο απορρίπτει τις εσφαλμένες φαντασιώσεις και αναπαραστάσεις που προέρχονται από το λευκό βλέμμα (white gaze). Ο καλλιτέχνης παρατηρεί όσα συμβαίνουν γύρω του, ατενίζει με αισιοδοξία το τοπίο που απλώνεται μπροστά του, συνομιλεί με άτομα που βρίσκονται επίσης εκεί, και επανέρχεται ετεροχρονισμένα στα παρωχημένα συναισθήματα του Standing Rock.
Έτσι, στον απόηχό των γεγονότων, παρακολουθούμε το Cleo Keahna, από την οθόνη του υπολογιστή του, σε έναν νοσταλγικό συναισθηματικό απολογισμό της ζωής, εκεί όπου το σώμα του δεν αποτελούσε πια πηγή αγωνίας, όπου το εγώ –με όρους κινηματικής φροντίδας– είχε μετατραπεί σε εμείς και όπου «όλοι φαίνονταν να έχουν τα ίδια όνειρα, τα ίδια κομμάτια. Οι ιστορίες τους ήταν διαφορετικές, αλλά έμοιαζαν να ταιριάζουν απόλυτα». «Παρόλο που στην καθημερινή ζωή τους, δεν θα μπορούσαν να συμβιώνουν με τους ίδιους όρους, ζουν σαν μια μεγάλη οικογένεια γιατί θέλουν όλοι το ίδιο πράγμα!», ακούμε την φωνή του Terry Running Wild να εξιστορεί μέσα από το ηχοτοπίο του camp καθώς η κάμερα περιπλανιέται στο Standing Rock. Οι αυτόχθονες πληθυσμοί της περιοχής, γνωστοί και ως Sioux, ανήκουν στα έθνη της Dakota και Lakota, λέξεις που σημαίνουν φίλος, σύμμαχος. Όσοι συγκεντρώθηκαν μαζί τους στην προγονική γη έγιναν κοινωνοί του ίδιου αιτήματος, του ίδιου οράματος. Γι’ αυτό αυτή η ιστορία «θα πρέπει, όπως και κάθε άλλη, να ειπωθεί από όλα, όλες και όλους».
Παράλληλα με τις δύο αφηγήσεις, αναπτύσσεται και η βουβή κινηματογραφική αφήγηση του Hopinka που εξερευνά αυτές τις δυνατότητες συλλογικής αντίστασης και οργάνωσης καθώς και τις πολλαπλές δυνατότητες ενός απελευθερωμένου, αυτόχθονου κινηματογράφου. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης ανήκει στο έθνος Ho-Chunk (Άνθρωποι της Ιερής Φωνής) του Ουισκόνσιν και τη φυλή Luiseño (Άνθρωποι της Δύσης) της περιοχής Pechanga. Η φωνή του Hopinka δεν επιβάλλεται αλλά συνυφαίνεται με τις υπόλοιπες ως κομμάτι ενός τεράστιου ψηφιδωτού. Στη μη-γραμμική αφήγηση του Dislocation Blues, οι διάφορες φωνές που εναλλάσσονται, αποκηρύσσουν και αυτο-αμφισβητούνται, αντιστέκονται και ξεχνούν, τραγουδούν μαζί και αλληλοσυγκρούονται, αλλά σίγουρα δεν αποσιωπούνται. Σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται και η χαρακτηριστική δεξιοτεχνία των οπτικών αφηγήσεών του: είναι τόσο προσωπικές όσο ευρύχωρες και πολιτικές.
Στο έργο του Hopinka διαφαίνεται μια ειρωνικά δοσμένη ικανότητα που αναδεικνύεται πιο ξεκάθαρα στα λόγια της ακτιβίστριας για τα δικαιώματα των αυτόχθονων κοινοτήτων του Standing Rock, Leoyla Cowboy, η οποία αναφέρει συνοπτικά σε μια συνέντευξή της: «Αυτό που υπήρξε πραγματική ευλογία είναι να μαθαίνεις, ως ιθαγενής γυναίκα, πώς να ελίσσεσαι μέσα από το νομικό σύστημα». Ο Hopinka αξιοποιεί αυτή την ικανότητα ελιγμού και απομακρύνεται από την κυρίαρχη αφήγηση, αποφεύγει τα δόγματα, τις μονοφωνίες και τις παραλείψεις, ενώ ταυτόχρονα αρνείται να εγκλωβιστεί σε μια «μαγευτική νοσταλγία» των γεγονότων. Για μια ακόμη φορά στέκεται στο Standing Rock και ατενίζει έναν απέραντο ορίζοντα πιθανοτήτων να απλώνεται μπροστά του.
Σημαίες όλων των εθνών, φυλών και αλληλέγγυων ομάδων ανεμίζουν στο βάθος. Γύρω από τη λίμνη και τους λόφους συγκεντρώνονται άνθρωποι με σκηνές, αντίσκηνα, αυτοσχέδια σπίτια, αυτοκινούμενα, φορτηγά, πανό, και τα σώματα τους. Διεκδικούν, προσεύχονται, αναπαύονται, τραγουδούν. Εκεί, δεν αντιστέκονται απλώς στην ανεξέλεγκτη οικοκτονία, επαναδιαπραγματεύονται την ταυτότητα τους, τον τρόπο που η ζωή τους οργανώνεται. Εκεί, στη μέση του πουθενά, δεν αισθάνονται πια μόνοι και διχασμένοι.