«Κατά κανόνα η ανθρωπολογική θεωρία
(ξεχάστε την πράξη – απλώς δεν υπάρχει)
ξεκινά με κάποιο λάθος,
προσπαθώντας μετά να βρει τη σωστή απάντηση
στο γιατί είχε κάνει εξαρχής λάθος».
Roy Wagner, The Coyote Anthropology
Το κογιότ δεν είναι ούτε λύκος ούτε σκύλος, αλλά ένα χωροκατακτητικό είδος που μεταναστεύει από τον Νέο Κόσμο (New World), ένα αλληγορικό ον, που κινείται ανάμεσα στη νύχτα και τη μέρα και αναπαράγεται με άλλα ζώα. Εμπνευσμένος από αυτή την αμφίσημη, τοτεμική φυσιογνωμία της μυθολογίας των γηγενών της Αμερικής, ο Αμερικανός συγγραφέας Roy Wagner επανατοποθετεί την ανθρωπολογία, μετατοπίζοντας τα αντικείμενα που μελετά στη ζώνη του άφατου, του αθέατου και του άγνωστου, τόσο σε αυτό που δεν υπάρχει όσο και σε αυτό που υπάρχει.
Ως μεταιχμιακό μοτίβο, το κογιότ έχει τη δυνατότητα να μεταμορφώνεται, είναι ένας μεσάζοντας, ένας απατεώνας. Το συγκεκριμένο ζώο λειτουργεί ως μέθοδος συλλογικής σκέψης και εργαλείο εργασίας για την κολεκτίβα COYOTE. Κάθε χρόνο, η COYOTE ακολουθεί τα ίχνη ενός μέλους της. Το 2017, έπειτα από μια επίσκεψη στο Επιγραφικό Μουσείο κατά τη διάρκεια ενός εργαστηρίου στην Αθήνα, η COYOTE άρχισε να αναπτύσσει το Environments, ένα περιβαλλοντικό λεξικό ανοιχτού κώδικα, που διαρκώς εμπλουτίζεται. Μια συλλογή σκέψεων-μορφών, που επιχειρεί να μεταφράσει και να ερμηνεύσει εκ νέου εδάφη και ταυτότητες –και να γράψει εναλλακτικές αφηγήσεις για έναν κόσμο σε βαθύ μετασχηματισμό–, το Environments δεν είναι ούτε μητρική ούτε ξένη γλώσσα, ούτε ενδημικό ούτε εξωτικό είδος – πρόκειται μάλλον για μια αμαρτωλή, πονηρή και λαϊκή οπτική γλώσσα. Είναι επίσης μια γλώσσα οχηματική: μια lingua franca, που γεφυρώνει διαφορετικούς κλάδους, ζητήματα και ανθρώπους, προσφέροντας εικονογραφικούς συμβολισμούς – χωρίς να ταξινομεί, να υποδεικνύει ή να δίνει κλειστού τύπου ορισμούς.
Έπειτα από πρόσκληση της 8ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, η COYOTE διευρύνει την εν εξελίξει έρευνά της για τη γλώσσα ως μέθοδο και εργαλείο εξερεύνησης της πόλης. Αν και πολυεπίπεδη εδαφικά- ένα παλίμψηστο από διαφορετικά γεωλογικά, ιστορικά, εθνικά, γλωσσικά και θρησκευτικά στρώματα-, τοποθετημένη ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία, τη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια, η Θεσσαλονίκη παραμένει μια πόλη, που διαμορφώνεται κατεξοχήν από την ιδέα του έθνους-κράτους. Εσωκλείει αόρατα μέρη και δεν αποκαλύπτει ποτέ ταυτόχρονα τις πολλαπλές αφηγήσεις της. Αν κινηθεί κάποιος από το Αρχαιολογικό Μουσείο στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού μέσω του Ισλαχανέ, των Κήπων του Πασά, του Γενί Τζαμί και του MOMus, θα αντιληφθεί ίσως την πολιτιστική ποικιλομορφία του παρελθόντος της πόλης μέσα από τη σύγχρονη προσέγγιση των διακριτών εξειδικευμένων κλάδων, αλλά μπορεί να χάσει κάποια σημεία, που επίσης συγκροτούν την ταυτότητα της πόλης.
Με την πεποίθηση πως τα πολιτιστικά ιδρύματα αποτελούν εξειδικευμένους θύλακες και κατακερματισμένους καθρέφτες της πόλης, το COYOTE: Absence is the Highest Form of Presence επιχειρεί να τα φέρει σε γόνιμη επαφή μεταξύ τους. Στόχος της πρωτοβουλίας είναι, μέσω της εικαστικής παρέμβασης στην εξωτερική σήμανση των μουσείων και της κατάληψης των μεταιχμιακών τους ορίων, να παρασιτήσει στις αφηγήσεις τους. Η πρόταση της COYOTE, σε συνεργασία με τους Athens Studio Typical Organisation, συνίσταται στην προβολή αχαρτογράφητων και χαμένων θραυσμάτων μέσα από μια παρεμβατική επικοινωνιακή εκστρατεία, αποτελούμενη από σκέψεις που έχουν συγκεντρωθεί από επιλεγμένα έργα κριτικής γενεαλογίας του μονολιθικού έθνους-κράτους, καθώς και από ιστορίες που συλλέχθηκαν συνομιλώντας με κατοίκους της πόλης και μυθικές αφηγήσεις από άλλους χωροχρόνους. Διαφορετικά κομμάτια του έργου θα παρουσιαστούν σε πανό, αφίσες και τοίχους στις παρυφές των κτιρίων των προαναφερθέντων ιδρυμάτων που θα το φιλοξενήσουν. Εκτός από νέα ελληνικά και αγγλικά, η COYOTE θα μιλήσει επίσης λαντίνο και οθωμανικά τουρκικά – φασματικές γλώσσες, που είναι αδύνατο να διαχωριστούν από την ιστορία του τόπου, δίνοντας έτσι χώρο στα φαντάσματα της πόλης, σε αναμνήσεις από ξεχασμένες και άγραφες ιστορίες, σαν ένας θόρυβος βάθους που προέρχεται από άλλες εποχές.
Η COYOTE ιδρύθηκε από τις/τους Tristan Bera, Elida Høeg, Nuno da Luz, Clémence Seurat και Ana Vaz, μια συνεργασία μεταξύ όντων και επιδράσεων, μια αποκρυστάλλωση ζωνών συγγένειας. Η κολεκτίβα χρησιμοποιεί τη διαθεματικότητα ως μέθοδο και αντικείμενο μελέτης, δουλεύοντας στο μεταίχμιο μεταξύ πειραματικών και εννοιολογικών μορφών.
Αυτό το πρότζεκτ είναι αφιερωμένο στον Bruno Latour (1947-2022).